-Μαζεύτε τα ρε, πάμε πίσω στη βάση μας!
Τι να μαζεύαμε δηλαδή, τα ρούχα μας τα φοράγαμε, όπλο δεν είχαμε εκτός απ’ αυτά που ήταν μόνιμα στα σημεία φυλάξεως (σκοπιές τα λέγανε ή κάτι άλλο, δεν θυμάμαι) και τα έπαιρναν στα χέρια όσοι είχαν υπηρεσία. Να περιγράψω τα όπλα δεν χρειάζεται, μόνο να πω ότι ήταν Enfield no. 3 ή 4, όπως άκουσα να λένε, ιδέα δεν είχα, ούτε τότε ούτε και τώρα.
Φτάνοντας το βράδυ της Παρασκευής στην βάση μας είδα για πρώτη φορά μετά από 5 μέρες τους άλλους συναδέλφους. Είχαν φτάσει πριν από εμάς, εμείς επιστρέψαμε τελευταίοι. Περνώντας έξω από την τραπεζαρία τους είδα όλους εκεί να βλέπουν τηλεόραση. Κάτι έλεγε, σαν δελτίο ειδήσεων μου φάνηκε αν και η ώρα δεν ήταν η συνηθισμένη για την εκφώνηση του. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα τηλεόραση, από μακριά εννοείται, μέσα στις 5 μέρες και μου φάνηκε κάπως διαφορετική, παράξενη. Αρκετοί είχαν ξεσπάσει σε επιφωνήματα-βρισιές, που δεν καταλάβαινα γιατί τα λέγανε και σε ποιόν απευθύνονταν.
Τα πρόσωπα όμως των συναδέλφων, των φίλων μου καλύτερα, και ιδιαίτερα τα μάτια τους, ήταν αλλιώτικα, όχι όπως τα ήξερα από την περασμένη βδομάδα. Φόβο! Μεγάλο φόβο και τρόμο, αυτό έβλεπα στα μάτια τους. Από μικρός είχα την ιδιότητα να καταλαβαίνω τι ένοιωθε ο άλλος κοιτώντας τα μάτια του και αυτή την ιδιότητα την έχω πάντα, είναι ίσως το καλύτερο μου όπλο στη διπλωματία που καθημερινά εξασκώ, όπως και ο καθένας μας, στη καθημερινή δουλειά και την ζωή γενικότερα.
Είχε προηγηθεί η επιλογή και αναχώρηση προς διαφορετικές κατευθύνσεις 5 μέρες νωρίτερα.
- Να είστε έτοιμοι σε 5 λεπτά, λεει ο αρχηγός της παρέας, φεύγοντας για το γραφείο όπου τον φώναξαν να απαντήσει σ’ ένα τηλεφώνημα:-
- «Εσύ» (αυτός είμαι εγώ), έλα δω, λεει ο υπαρχηγός, σ’ αυτή την ομάδα, την 1η.
- «Εσύ», όχι εκεί, έλα στη 2η ομάδα.
- «Εσύ», γιατί έφυγες απ’ εκεί; Γύρνα στη 1η ομάδα.
- «Εσύ», φύγε απ’ εδώ, τράβα στη 3η ομάδα.
- «Εσύ», τράβα πίσω στη 1η ομάδα και μην το κουνήσεις όποιος κι αν σου το ζητήσει.
Οπότε επανέρχεται ο αρχηγός και βάζει τις φωνές και τα πράγματα στη θέση τους:-
- «Εσύ», μόνο εμένα θα υπακούεις, να πας αμέσως στη 3η ομάδα και να κάτσεις εκεί. (Αυτός, κάτι ήξερε!).
Και έτσι συνεννοηθήκαμε και τράβηξαν οι πρώτες δύο ομάδες για εκεί και εμείς της 3ης ομάδας για αλλού. Αυτό που ξέρω καλά, είναι τι κάναμε εμείς: Καθόμαστε στη σκιά για 5 μέρες φυλάσσοντας «Θερμοπύλες» δηλαδή τα γυναικόπαιδα της υψηλής ομάδας πού παραθέριζαν στη θάλασσα. Χαμπάρι δεν πήραμε από το τι γινότανε αλλού.
Το τι έκαναν οι άλλες δύο ομάδες που λάμνησαν γι αλλού με τον αρχηγό και τον υπαρχηγό τα έμαθα, η τουλάχιστον έμαθα μερικά απ’ αυτά από τις εφημερίδες και βιβλία πολλά χρόνια αργότερα.
Κανείς από τους φίλους και συναδέλφους μου δεν μίλησε ποτέ για ότι έγινε. Ο φόβος που είδα στα μάτια τους εκείνο το βράδυ διακρίνεται ακόμα και σήμερα στα μάτια τους.
Την επομένη, πρωί – πρωί, ήχησαν οι σειρήνες για μία ακόμα φορά. Ήταν η 20η Ιουλίου.
1 comment:
Αν δεν μιλήσουν όλοι πώς θα μαθευτεί η αλήθεια, πώς θα σταματήσουν να φοβούνται; Καιρός να τα πούνε έξω απ' τα δόντια, το χρωστάνε στα παιδιά τους, το χρωστάνε σε όλους, άλλο οι αυτόπτες μάρτυρες και άλλο οι ερευνητές... μπράβο σας για τη μαρτυρία, με δυο λόγια δώσατε το κλίμα!
Post a Comment