έπαρση : υπερβολική υπερηφάνεια, μεγάλη
ιδέα κάποιου για τον εαυτό του με αποτέλεσμα να φέρεται περιφρονητικά ή
υποτιμητικά στους άλλους· (πρβ. αλαζονεία, υπεροψία): Άνθρωπος
γεμάτος έπαρση. H έπαρση της απόλυτης βεβαιότητας. Διηγείται
με έπαρση τα κατορθώματά του.
Τα πιο πάνω από λεξικό του διαδικτύου. Για να μαθαίνουμε. Όσοι βέβαια,
δεν την συναντήσαμε πλειστάκις μπροστά μας, ειδικά τον τελευταίο καιρό, που
πολύ αμφιβάλλω. Γιατί βρίθει η κοινωνία μας με επαρμένους. Είναι τόσοι πολλοί
όσοι πιστεύουν πως η παρουσία τους και μόνο εντός της κοινωνίας αποτελεί δώρο προς
αυτήν. Και το πιστεύουν ρε γαμώτο… Νισάφι πια. Πολιτικοί, τραπεζίτες,
οικονομολόγοι, δικηγόροι (εδώ να δεις!), βουλευτές και άλλοι τέτοιοι, ποιητές
και συγγραφείς - που λένε στίχους, γράφουν έργα - και κάμποσοι τόσοι άλλοι. Μα
αυτοί δεν είχαν ποτέ δασκάλους; Να τους μάθουν να είναι ταπεινοί και όχι
αλαζόνες; Να τους μάθουν πως πρέπει να εκθειάζουν τους άλλους μα ποτέ τον εαυτό
τους; Τώρα θα μου πεις, πού να βρεθούν πλέον τέτοιοι δάσκαλοι. Πάνε κι αυτοί.
Ευτυχώς, γνωρίζω και άλλους ανθρώπους, ανεπιτήδευτους!